Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

Καταδρομείς μεγάλων αποστάσεων;

Παίρνει σιγά σιγά επίσημη μορφή η οργάνωση των ανδρών που υπηρέτησαν στις ειδικές δυνάμεις των ένοπλων δυνάμεων μετά τη λήξη της θητείας τους. Όμως, η εμπειρία από την «αξιοποίησή» τους αυτή ως παραστρατιωτικού σώματος δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική.

Ακόμα μια φορά, στις οργανωμένες παρελάσεις που διεξάγονται για την επέτειο της 25ης Μαρτίου, δίπλα στους φαντάρους και στα σχολεία, έδωσε το «παρών» και μία ακόμη οργανωμένη συλλογικότητα: οι σύλλογοι έφεδρων καταδρομέων που, εδώ και μία δωδεκαετία, διεκδικούν το δικαίωμα να «τιμήσουν» με τον δικό τους τρόπο την εθνική επέτειο.

Η αρχή έγινε στις 26 Οκτωβρίου, στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, με συνθήματα περί «βαρβάρων», που προκάλεσαν την αντίδραση των δημοκρατικών ΜΜΕ. Ακολούθησε η πρόσφατη (13/2) ψήφιση του νομοσχεδίου «Ρυθμίσεις θεμάτων αναπήρων πολέμου, προσωπικού του ΥΠΕΘΑ και άλλες διατάξεις», με το οποίο οι τοπικοί «σύνδεσμοι εφέδρων» αποκτούν πλέον θεσμικό ρόλο και μάλιστα διασυνδέονται επισήμως με τα αντίστοιχα «Γραφεία Εφέδρων» του υπουργείου Αμυνας. 

Δεν είναι η πρώτη φορά που το «εφεδροκαταδρομικό κίνημα» εμφανίζεται μεταπολιτευτικά στο πολιτικό και κοινωνικό στερέωμα της χώρας! Το 1997, άλλωστε, είχαμε επανειλημμένα ασχοληθεί με αρκετές πτυχές της δραστηριότητας αυτών των συλλόγων, οι οποίες άπτονταν τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής πολιτικής (επεισοδιακή παρέλασή τους στην Κέρκυρα ενάντια στη θέληση των τοπικών αρχών, εκστρατεία «Κίμων '97» με φουσκωτά στην Κύπρο). 

Όπως διαπιστώνουμε σήμερα, η δράση αυτή είχε πλευρές πολύ πιο σοβαρές (κι οπωσδήποτε πολύ πιο επικίνδυνες) απ' ό,τι έδειχνε εξωτερικά. 

Το αποκαλύπτει, μιλώντας στον «Ιό», ένας από τους έφεδρους καταδρομείς της εποχής, που συμμετείχε ενεργά στην αντίστοιχη αθηναϊκή Λέσχη. Για προφανείς λόγους, ο συνομιλητής μας ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του. 

Η «απόβαση» του 1994

*Η ιστορία μας ξεκινάει το 1991, όταν η Λέσχη Ιερολοχιτών, που είχε δημιουργηθεί το 1985 από βετεράνους του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, αποφάσισε να κάνει άνοιγμα στις νεότερες γενιές, μετονομαζόμενη σε Λέσχη Καταδρομέων και Ιερολοχιτών. «Πήγαινες, έδινες το απολυτήριό σου και, αφού το εξέταζαν, σε καλούσαν και σου λέγαν ότι γίνεσαι δεκτός στη Λέσχη» εξηγεί ο συνομιλητής μας. Σταδιακά, ο αριθμός αυτών των νέων μελών της Λέσχης έφτασε τα 200 περίπου. 

*Στα τέλη του 1993, 70 περίπου μέλη εκλήθησαν ατομικά σε βραδινή σύσκεψη στα γραφεία της Λέσχης, στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού: «Μαζευτήκαμε κεκλεισμένων των θυρών και μας ρώτησαν ποιοι δέχονται να λάβουν μέρος σε μία αποστολή εκτός Ελλάδας, η οποία επρόκειτο να γίνει σχετικά σύντομα, αλλά δεν ξέραμε πότε ακριβώς. Γι' αυτή την αποστολή έπρεπε να κάνουμε ασκήσεις προετοιμασίας, σε συνεργασία με τις Μοίρες Καταδρομών κι όχι αυτοτελώς. Από τα 70 άτομα, στην αρχή, πήγαμε τελικά οι 67».

*Τις επόμενες εβδομάδες «διέρρευσε» πως θα πάνε στην Κύπρο, το ακριβές περιεχόμενο της αποστολής παρέμεινε όμως μυστικό. Δεν έλειψαν, πάντως, κάποιες νύξεις: «Χωριστήκαμε σε ομάδες βατραχανθρώπων, σε ομάδες με εκρηκτικά και σε ομάδες για άλματα. Αρχικά η ιδέα ήταν να γίνει αεραποβατική επιχείρηση, μετά έλεγαν ότι θα συνεργαστούμε με τους δικούς μας τους Κύπριους για να πέσουμε νύχτα με αλεξίπτωτα σε συγκεκριμένα σημεία μέσα στα κατεχόμενα. Αυτό το φοβηθήκανε τελικά, γιατί την άλλη μέρα θα γινότανε πόλεμος. Γι' αυτό και πήγαμε με αεροπλάνο».

*Μετά τα Χριστούγεννα, οι 67 εθελοντές ενημερώνονται για την ημερομηνία της επιχείρησης: «Μας ζήτησαν να μην αναφέρουμε σε κανέναν (ούτε σε μανάδες, ούτε σε γυναίκες) πού θα πάμε και τι θα κάνουμε. Πλήρης μυστικότητα». Από την Ελλάδα θα 'παιρναν μαζί τους φόρμες, βάρκες, φουσκωτά κ.λπ., προσφορά μιας γνωστής εταιρείας αθλητικών ειδών που δεν γνώριζε πώς ακριβώς επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν. Στην Κύπρο θα προμηθεύονταν, από τους εκεί ομολόγους τους, «ό,τι είχε να κάνει με όπλα».

*Η επιχείρηση αρχίζει στις 12 Ιανουαρίου 1994. «Μαζευτήκαμε στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας βράδυ. Εκεί μας κάναν ένα τυπικό έλεγχο στα διαβατήρια, τα οποία δεν χρειάστηκαν καν, αφού δεν περάσαμε απ' τον παραμικρό έλεγχο. Βγήκαμε εκτός Ελλάδος χωρίς να φαίνεται πουθενά. Φορτώσαμε τα υλικά σ' ένα στρατιωτικό μεταγωγικό C-130 που μας περίμενε κι επιβιβαστήκαμε. Ο φάκελος της άσκησης ανοίχτηκε πάνω στο αεροπλάνο, μία ώρα πριν προσγειωθούμε στο νησί». 

Παιχνίδια με τη φωτιά

*Το επίσημο πρόγραμμα, αυτό που διαφημίστηκε αργότερα από τα ειδικευμένα στρατιωτικά περιοδικά, περιλάμβανε «κάποια εθιμοτυπική κατάθεση στεφάνου» και συνεστιάσεις γνωριμίας με τα μέλη του Παγκύπριου Συνδέσμου Εφέδρων Καταδρομέων. 

Υπήρχε, ωστόσο, κι ένα δεύτερο, μυστικό σκέλος: « Όταν ανοίχτηκε ο φάκελος μας είπαν ότι μια ομάδα, τα βατράχια, θα κάνουν μαζί με κάποιους Κύπριους μια νυχτερινή αποστολή καθαρά επιχειρησιακή, σε τούρκικο έδαφος. Άλλα σενάρια αφορούσαν δολιοφθορές μέσα σε τούρκικο έδαφος. Όχι μεγάλης έκτασης, συμβολικού τύπου. Μήνυμα, απλά, ότι είμαστε εδώ πέρα».

*Η άφιξη του C-130 στη Μεγαλόνησο υπήρξε επεισοδιακή: «Την ώρα που προσγειώθηκε το αεροπλάνο, μας είπανε να βγει η πρώτη ομάδα με μια σημαία των καταδρομών και μια ελληνική, για να δείξουμε ότι οι Ελληνες καταδρομείς πατήσαμε ξανά το έδαφος της Κύπρου μετά από 20 χρόνια. Ενώ έχει ανοίξει η πόρτα και το άγημα είναι έτοιμο να βγει, βλέπουμε μια κινητικότητα περίεργη». Ήταν ένας εικονολήπτης του κυπριακού ΑΝΤ1, που κατάφερε να πλησιάσει τον διάδρομο με το επιχείρημα ότι θέλει να καταγράψει την υποτιθέμενη άφιξη της... Αλίκης Βουγιουκλάκη. «Τον συλλάβανε, του πήρανε την κασέτα και μετά μας έδωσαν εντολή να βγούμε». 

*Στη συνέχεια, οι ελλαδίτες καταδρομείς μεταφέρθηκαν για γεύμα στη Λέσχη των κυπρίων ομολόγων τους, δίπλα στην Πράσινη Γραμμή της Λευκωσίας. Εκτός από προπόσεις, το πρόγραμμα της βραδιάς περιλάμβανε και λίγη -ανομολόγητη- δράση: 

«Μια ομάδα, μ' επικεφαλής έναν Κύπριο που ήξερε πολύ καλά τα κατατόπια, περάσαμε κάτω από ένα τούνελ, μπήκαμε στα κατεχόμενα, πίσω από το φυλάκιο των Τούρκων, γράψαμε "Ζήτω η Ελλάς. ΛΟΚ" και βγήκαμε. Δεν μας πήρε είδηση κανένας. Μετά το τούνελ περάσαμε συρματοπλέγματα, όχι όμως ηλεκτροφόρα». 

*Τα σοβαρότερα, όμως, ήταν ακόμη μπροστά: Το μεσημέρι της επομένης, 13 Ιανουαρίου, το τμήμα καταθέτει στεφάνι στους πεσόντες της ΕΟΚΑ. Υστερα τους πηγαίνουν στο Παραλίμνι, για βραδινό γλέντι στην ταβέρνα της κυρίας Κατερίνας, που, όπως τους πληροφορούν, «έχει χάσει πέντε γιους καταδρομείς στον πόλεμο του '74» και τώρα «κρατάει εδάφη εκεί, δίπλα στην Πράσινη Γραμμή». Για τον συνομιλητή μας, το γλέντι αυτό δεν ήταν «παρά μια κάλυψη, για να μπορέσουμε εμείς να μπούμε στα κατεχόμενα. Ξαφνικά, εκεί που καθόμασταν, ήρθανε σ' έναν έναν, στην ομάδα που θα κάναμε κατάδυση, και μας είπαν στο αυτί να μη φάει κανείς. Οι άλλοι φάγανε».

Εκείνοι και τα ΜΜΕ

*Η ομάδα των βατραχανθρώπων αποτελούνταν από πέντε έφεδρους ελλαδίτες! «Μας πήρανε, σ' ένα εκκλησάκι που ήτανε πάνω στη θάλασσα, στο ακρωτήρι στο Παραλίμνι. Εκεί μας περιμένανε δύο Κύπριοι, ένας υπολοχαγός εν ενεργεία κι ένας έφεδρος που είχε υπηρετήσει το '74 κι ήξερε τα μέρη. Αλλάξαμε φόρμες και διεισδύσαμε από τα βράχια στο τουρκικό έδαφος. Κολυμπήσαμε περίπου δυόμισι μίλια, σε ναρκοθετημένη περιοχή, κάναμε μια αλλαγή σημαίας και γυρίσαμε».

*Τα πράγματα είχαν, όμως, αρχίσει να σκουραίνουν: «Οταν βγήκαμε, είχαμε πρόβλημα. Οι Τούρκοι είχαν πληροφορηθεί πως έγινε ειδική αποστολή βατραχανθρώπων μέσα στο έδαφός τους και δώσανε σήμα μερικής επιστράτευσης, σηκωθήκανε ελικόπτερα και ψάχνανε να μας βρούνε μέσα στη θάλασσα. Είχανε βγει και οι κυανόκρανοι του ΟΗΕ με τζιπάκια και προβολείς και ψάχνανε... Την ώρα που ήτανε να βγούμε, ακούμε μόνο κραυγές: "Τρέξτε, έρχονται οι ΟΗέδες, έρχονται οι ΟΗέδες"! Μας πέταξαν σκοινιά, ανεβήκαμε από τα βράχια κι έπρεπε μέσα σε δευτερόλεπτα να έχουμε μπει στα φορτηγά και να μας πάρουνε».

*Η καταδρομική αυτή ενέργεια θα σημάνει και το τέλος του ταξιδιού: 

«Πήγαμε στην 35 Μοίρα όπου μας περιποιηθήκανε οι άνθρωποι, είμαστε ταλαιπωρημένοι, και την επομένη μέρα είχε πορεία και διάφορες ασκήσεις στα δικά μας εδάφη. Τότε, όμως, μας ανακοινώσανε ότι η όλη ιστορία της αποστολής έχει διαρρεύσει και πρέπει να φύγουμε επειγόντως από το νησί. Μας βάλανε, λοιπόν, άρον άρον στο αεροσκάφος και γυρίσαμε στην Ελλάδα. Με την υπόσχεση, βέβαια, ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψουμε».

*Για τα κυπριακά ΜΜΕ, το ζήτημα επικεντρώθηκε κυρίως στη «σκανδαλώδη» αποκάλυψη της άφιξης των καταδρομέων από τον τοπικό ΑΝΤ1. 

Η έλευσή τους προαναγγέλθηκε στο δελτίο των 8.30 μ.μ., στις 11 μ.μ. ο σταθμός κατήγγειλε τη σύλληψη του δημοσιογράφου του και μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα πρόβαλε πλάνα απ' την προσγείωση του C-130. Κατά τις φιλοκυβερνητικές εφημερίδες, επρόκειτο για «απαράδεκτη εντυπωσιοθηρία» («Σημερινή» 15/1/94), αφού έτσι «ο ΑΝΤ1 έδωσε "όπλα" στην τουρκική πλευρά» («Αλήθεια» 15/1/94) και «οι Τουρκοκύπριοι εκμεταλλεύονται άγρια το θέμα των καταδρομέων» («Ελευθεροτυπία» 16/1/94). Ακόμη και το δ.σ. της κυπριακής Ένωσης Συντακτών έσπευσε να καταδικάσει το κανάλι, με το σκεπτικό ότι «η είδηση ήταν λανθασμένη, αλλά, και αν ήταν ορθή, δεν έπρεπε να μεταδοθεί».

*Τα ελλαδικά ΜΜΕ προτίμησαν, αντίθετα, ν' αποσιωπήσουν πλήρως τα συμβάντα. Οι όποιες αναφορές τους επικεντρώθηκαν στην υπογραφή ενός «πρωτοκόλλου τιμής» μεταξύ ελλαδιτών κι Ελληνοκυπρίων καταδρομέων. 

Κάπως διαφορετική στάση κράτησαν μόνο τα ειδικευμένα στρατιωτικά περιοδικά, που, παρά την εναρμόνισή τους με την επίσημη γραμμή, φρόντισαν ταυτόχρονα να κλείσουν το μάτι προς το ιδιαίτερο κοινό τους.

«Επιτυχία σημείωσε και η επίδειξη αυτοδυτών, που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία Ελλήνων και Κυπρίων εφέδρων καταδρομέων» μας πληροφορεί π.χ. η « Άμυνα και Διπλωματία», ενώ ο «Σύγχρονος Στρατός» κάνει λόγο για «κοινές εκπαιδευτικές επιδείξεις βατραχανθρώπων και στρατιωτικές πορείες με φόρτο» που εντάσσονταν στην « Άσκησή "Δίον"». Υπαινικτικότερη όλων, η «Πτήση» εξηγεί τέλος πως «η επαφή των ελλαδιτών με τους Κυπρίους καταδρομείς συνεχίστηκε στα πλαίσια της άσκησης "ΔΙΩΝ". Δυστυχώς οι ξαφνικές νεροποντές που έπεφταν εκείνες τις ημέρες δεν επέτρεψαν την εκτέλεση των αλμάτων με αλεξίπτωτο που είχαν προγραμματιστεί. Καταδρομείς δεν σημαίνει όμως μόνο αλεξίπτωτο και οι έφεδροι βρήκαν την ευκαιρία να ασχοληθούν με άλλες δραστηριότητες». Το ίδιο έντυπο μας διαβεβαιώνει άλλωστε πως, «όταν θεαθούν καταδρομείς κοντά στην πράσινη γραμμή, ο συναγερμός από τους απέναντι είναι δεδομένος».

Η «μεταφορά» του 1996

*Οι ανορθόδοξες επιχειρήσεις των έφεδρων καταδρομέων δεν σταμάτησαν εδώ. Το 1995 η Λέσχη επισκέφθηκε ξανά τη μεγαλόνησο, με φουσκωτά, αλλά χωρίς επικίνδυνες «διεισδύσεις» των μελών της στα κατεχόμενα. 

*Δυναμικότερη θ' αποδειχθεί η εκδρομή του 1996: «Αυτή τη φορά ήμασταν 22 άτομα», θυμάται ο συνομιλητής μας. «Δεν πήγαμε με C-130 αλλά καθένας μόνος του, με αεροσκάφος της γραμμής. Στο αεροδρόμιο ήμασταν όλοι μαζί. Μας είχανε πει να μη μιλάμε ο ένας στον άλλο, κάναμε όμως μπαμ. Μας πήραν από το αεροδρόμιο της Λάρνακας με τζιπάκια, χωρίς έλεγχο διαβατηρίων. Πήγαμε στη Λέσχη τους, κι εκεί ανοίχτηκε ο φάκελος του τι πρόκειται να κάνουμε».

Σύμφωνα με κάποια ρεπορτάζ, η εν λόγω επίσκεψη (15-17/3/96) επικεντρώθηκε στην πανηγυρική υπογραφή της ιδρυτικής διακήρυξης ενός συντονιστικού των Λεσχών με τον πομπώδη τίτλο «Παγκόσμια Ομοσπονδία Συνδέσμων Ελληνικών Ειδικών Δυνάμεων». Μεταξύ των στόχων της ομοσπονδίας συγκαταλεγόταν η «καταπολέμηση του εφησυχασμού, της ενδοτικότητας και του ευδαιμονισμού», ενώ καταγγέλλονταν «όσοι παριστάνουν τα λευκά περιστέρια της ειρήνης, οι αστράτευτοι, οι αντιρρησίες συνείδησης, οι φυγόστρατοι και οι καρεκλοκένταυροι» («Στρατηγική» 4/1996). 

Κατά τον συνομιλητή μας, και τούτη η επίσκεψη είχε μια κρυφή πλευρά: « Έπρεπε να γίνει μια μεταφορά Κούρδων σε ασφαλές σημείο. Να τους απεγκλωβίσουμε από τουρκοκυπριακό έδαφος και να τους μεταφέρουμε στον νότο. Ήταν καμιά πενηνταριά, άντρες και παιδιά. Γυναίκες δεν υπήρχαν. Τους πήραμε από ένα χωριό έξω απ' το Τρόοδος, το ανεβήκαμε και κατεβήκαμε από την πίσω μεριά. Ήτανε περίπου 4 ώρες πεζοπορία. Θυμάμαι ότι πάνω στο βουνό είχε χιόνια, ενώ κάτω ο καιρός ήταν σχεδόν καλοκαιρινός». 

Το ρεπορτάζ του περιοδικού «Στρατηγική» κάνει λόγο για μια «πορεία σε ορεινό δρομολόγιο επί του Τρόοδος διαρκείας 3 ωρών (περίπου 15 χλμ.)», χωρίς άλλες διευκρινίσεις: «Για τους Κυπρίους, το σκεπτικό της υποστήριξης του κουρδικού αγώνα ήτανε ότι έτσι θα έχουνε κάτι ν' ασχολούνται οι Τούρκοι», εξηγεί ο συνομιλητής μας. «Το δικό μας σκεπτικό ήτανε να πάμε να βρούμε τους Κύπριους. Να συνεχίσουμε, υποτίθεται, μια αποστολή που την είχαμε αφήσει στη μέση».

Πειραματόζωα παραλλαγής;

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, ο συνομιλητής μας δεν μπορεί ν' αποδιώξει την αίσθηση ότι αυτός και οι σύντροφοί του χρησιμοποιήθηκαν σαν πιόνια σ' ένα πολύ ευρύτερο παιχνίδι. 

Η επίσκεψη των καταδρομέων στην Κύπρο το 1994, τονίζει, συμπίπτει με την εξαγγελία του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος: «Σίγουρα ήμασταν μια αποστολή με πειραματόζωα, που τα έστειλαν κάτω για να δουν τις αντιδράσεις των Τούρκων. Να τσεκάρουν μέχρι πού μπορεί να φτάσουν. Μπορούμε να στείλουμε στρατιώτες;» 

Το κρίσιμο στην αποστολή ήταν ο τυπικά «ιδιωτικός» χαρακτήρας της. Αν «στράβωνε» οτιδήποτε, οι έφεδροι καταδρομείς θα εμφανίζονταν σαν κάποιοι «θερμοκέφαλοι» που διεξήγαγαν τον δικό τους, ιδιωτικό «πόλεμο». 

Όμως, «χωρίς εντολή από υπουργό Εθνικής Αμύνης, δεν μπορεί να φύγει ένα C-130 από την Ελλάδα έτσι στα καλά καθούμενα, με μια ομάδα καταδρομών μέσα». 

Αποκαλυπτική είναι η κατάθεση του συνομιλητή μας και για τα όνειρα επαγγελματικής τακτοποίησης που επενδύθηκαν στο όλο εγχείρημα: 

«Είχαν δοθεί υποσχέσεις για ένταξη της ομάδας σε στρατιωτικές μοίρες ή σε κάποιο σώμα στρατιωτικό, ανάλογα και με την ηλικία που είχε ο καθένας, επαγγελματικά πλέον. Πήρανε τότε κάποια ομάδα, φτιάξανε ένα αεραποβατικό τμήμα δασοπυροσβεστών, που εκπαιδεύτηκε, λάβανε μέρος ενεργά στην κατάσβεση πολλών πυρκαγιών, και ξαφνικά τους παρατήσανε. Δεν ήταν μόνιμοι, ήταν συμβασιούχοι. Δεν τους ανανέωσαν τη σύμβαση, χάσανε και τις δουλειές τους και δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά μετά». 

Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την επένδυση πολιτικών και προσωπικών φιλοδοξιών κάποιων στελεχών, υποστηρίζει, οδήγησε στην αποστασιοποίηση των περισσότερων απ' όσους είχαν μετάσχει στις αποστολές του 1994-1996: «Ολη η ομάδα σταματήσαμε, εκτός από 2-3 που έχουν απορροφηθεί σε στρατιωτικά περιοδικά και γράφουνε, σε επαγγελματική βάση».

Θα επαναληφθεί, άραγε, αυτή η ιστορία με το νέο θεσμικό πλαίσιο -ως φάρσα ή ως τραγωδία; Δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις, έχουμε όμως κάθε δικαίωμα να το φοβόμαστε. 

Οσοι θεωρούν αυτά τα πράγματα ανώδυνα, ας αναλογιστούν μόνο τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν, στις φορτισμένες μέρες του 1994-96, στράβωνε κάτι κι ο συνομιλητής μας ή κάποιοι σύντροφοί του σκοτώνονταν ή αιχμαλωτίζονταν. Ποιος θα μπορούσε να ελέγξει τότε την κατάσταση;

Απάντηση των Γκρίζων Λύκων

Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Ο συνομιλητής μας θεωρεί δεδομένο πως οι δυναμικές ενέργειες των έφεδρων καταδρομέων στην Κύπρο το 1994 οδήγησαν σε αντίποινα απ' την πλευρά των τουρκικών υπηρεσιών. Υπάρχει κατ' αρχάς ένα χειρόγραφο σημείωμα, στα τουρκικά, που βρέθηκε το καλοκαίρι του 1994 καρφωμένο στην πόρτα της Λέσχης. Υπογράφεται «Γκρίζοι Λύκοι» και διακηρύσσει: «Αιώνιοι ανταγωνιστές μας, ειδικοί κομάντος! Σας είδαμε στην Κύπρο και φωνάξαμε! Οταν έρθει η ώρα, θα ιδωθούμε από κοντά!» 

Μπορεί το ύφος να θυμίζει περισσότερο εφηβική κατασκήνωση παρά μυστική υπηρεσία, η ανάρτησή του συνέπεσε όμως με κάποιες άλλες, λιγότερο ανώδυνες ενέργειες: «Τη μια μέρα μπήκε το σημείωμα, την άλλη μέρα βάλαν τον εκρηκτικό μηχανισμό στο Φαληράκι, στη Ρόδο». Ο λόγος για το τυφλό χτύπημα εναντίον τουριστικών στόχων, απομίμηση της ανάλογης εκστρατείας που το ΡΚΚ διεξήγαγε ήδη από το 1993 στα παραθαλάσσια θέρετρα της Τουρκίας. 

Με την ίδια υπόθεση ο συνομιλητής μας συνδέει και κάποιες πολύ σοβαρότερες εξελίξεις: «Δύο μήνες μετά την επιστροφή μας σκότωσαν στη Λευκωσία το Θεόφιλο Γεωργιάδη με 9 σφαίρες έξω απ' το σπίτι του. Μετά από ένα διάστημα, άλλους 4-5 μήνες, σκοτώσανε τον Μπικάκη. Βέβαια, ποτέ δεν αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για φόνο. Σπάσανε τα φρένα του σ' ένα γκρεμό, στην Κρήτη. Ήδη είχε όμως απειλές, ότι θα τον χτυπήσουν οι Γκρίζοι Λύκοι». 

Ο Μπικάκης ήταν βετεράνος του '74, μέλος της Λέσχης και συμμετείχε στην αποστολή των 67. Στο Παραλίμνι δεν πήρε μέρος στη νυχτερινή διείσδυση στα κατεχόμενα, αλλά τους περίμενε στην ταβέρνα. Αρκετά διαφορετική φαίνεται η περίπτωση του Θεόφιλου Γεωργιάδη. Τουρκομαθής αναλυτής της αστυνομίας κι εν συνεχεία του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά το 1988 υπήρξε συνιδρυτής και βασικός εκπρόσωπος της κυπριακής Επιτροπής Αλληλεγγύης στο Κουρδιστάν. Η δολοφονία του στις 20 Μαρτίου 1994 θεωρήθηκε τότε από τους πάντες σαν ενέργεια της ΜΙΤ, στο πλαίσιο της καταστολής των δικτύων υποστήριξης του ΡΚΚ. 

Ο συνομιλητής μας αποκαλύπτει ότι ο Γεωργιάδης ήταν μέσα στο C-130 που μετέφερε τους 67 έφεδρους καταδρομείς από την Αθήνα στην Κύπρο, συμμετείχε δε και στο γλέντι στο Παραλίμνι. «Ητανε μέσα σε όλα. Δεν τον ξέραμε όμως τι είναι. Μετά καταλάβαμε». Από το επίσημο βιογραφικό του πληροφορούμαστε, άλλωστε, ότι υπηρέτησε τη θητεία του ως δόκιμος στην 32η Μοίρα Καταδρομών της Εθνικής Φρουράς, εκπαιδευμένος στην Κρήτη και στο Κέντρο Ανορθόδοξου Πολέμου στη Ρεντίνα. Μετά την απόλυσή του, «υπήρξε ένα απ' τα ιδρυτικά μέλη και δραστήρια στελέχη του παγκυπρίου Συνδέσμου Εφέδρων Καταδρομέων» («Διά χειρός Θεόφιλου Γεωργιάδη», σ. 5). 

Σε μια συλλογή άρθρων και υπηρεσιακών αναλύσεων του Γεωργιάδη, που κυκλοφόρησε στη Λευκωσία το 1995, συναντάμε κι ένα αδημοσίευτο ώς τότε κείμενό του με τίτλο «Πρακτικοί τρόποι για την υλοποίηση της Παλλαϊκής Άμυνας». Εχει γραφτεί στις 1.2.1994, δύο βδομάδες μετά την «επιχείρηση» των ελλαδιτών εφέδρων καταδρομέων στο Παραλίμνι, και περιέχει ειδική αναφορά στην αξιοποίηση των ειδικών δυνάμεων. Μεταξύ άλλων διαβάζουμε για «δυνατότητα δράσης σε "ειδικές ομάδες" για επιχειρήσεις δολιοφθορών», μαζί με την εκτίμηση πως «οι έφεδροι καταδρομείς μπορούν να συγκροτήσουν εφεδρικές μοίρες καταδρομών, μια και υπάρχει μεγάλο πλεόνασμα προσωπικού και εθελοντών» (σ. 217). Υπάρχει, βέβαια, και η πραγματιστική διαπίστωση ότι «το βασικότερο πρόβλημα που προκύπτει στις κλήσεις εφέδρων είναι η απώλεια ημερομισθίου των υπαλλήλων ιδιωτικού τομέα ή των αυτοεργοδοτούμενων» [sic], μαζί με προτάσεις για την υλική αποζημίωσή τους (σ. 216).



Δεν υπάρχουν σχόλια: