Οι πολεμικές επιχειρήσεις στην περιοχή της Δωδεκανήσου καθ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ιδιαίτερα στη Μάχη της Δωδεκανήσου, από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Νοέμβριο του 1943, απέδειξαν τη στρατιωτική αξία που είχαν τα Δωδεκάνησα για τους Συμμάχους και τις δυνάμεις του Άξονα. Οι Σύμμαχοι για να εξαλείψουν ή να περιορίσουν τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που προσέφερε η κατοχή της Δωδεκανήσου στους Ιταλούς και αργότερα στους Γερμανούς, προέβησαν σε συναλλαγές με την Τουρκία, σχεδίασαν επιχειρήσεις για την κατάληψη των νησιών, οργάνωσαν ομάδες commandos και κατασκοπευτικά δίκτυα εναντίον των Ιταλών και των Γερμανών.
Commandos
Η δράση των Ελλήνων και Βρετανών Commandos και κατασκόπων στα Δωδεκάνησα άρχισε στις 4 Σεπτεμβρίου 1942 με την επιχείρηση Anglo κατά των στρατιωτικών αεροδρομίων της Ρόδου, και κράτησε μέχρι τις 8 Μαΐου 1945 που παραδόθηκαν οι Γερμανοί. Στο διάστημα αυτό έγιναν περισσότερες από 100 μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις που επέδρασαν σημαντικά στην πορεία των πολεμικών γεγονότων στη Μεσόγειο.
Τη νύχτα της 4ης προς 5η Σεπτεμβρίου 1942, το υποβρύχιο «Παπανικολής» αποβίβασε σε μια ερημική ακτή της Ανατολικής Ρόδου τον λοχαγό James Allot, τον υπολοχαγό David Sutherland, τον ανθυπολοχαγό Γεώργιο Καλαμποκίδη και οκτώ commandos, με σκοπό να επιφέρουν καταστροφές στα Ιταλικά στρατιωτικά αεροδρόμια της Καλάθου και των Μαριτσών. Οι Commandos ανατίναξαν αρκετά αεροπλάνα και προξένησαν αρκετές καταστροφές στο αεροδρόμιο της Καλάθου, αλλά οι περισσότεροι απ’ αυτούς συνελήφθησαν. Μόνον ο υπολοχαγός Sutherland και ο ναύτης Duggan διέφυγαν, και παρελήφθησαν από το υποβρύχιο Traveler τη νύχτα της 17ης προς 18η Σεπτεμβρίου.
Τον Σεπτέμβριο του 1943, όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία με τους Συμμάχους, οι Commandos ανέλαβαν να συνεννοηθούν με τους Ιταλούς και με μικρές δυνάμεις, και γρήγορες και προωθημένες επιχειρήσεις, να καταλάβουν τα Δωδεκάνησα μέχρι να φθάσουν τακτικές συμμαχικές μονάδες στρατού και προτού προφθάσουν να αντιδράσουν οι Γερμανοί. Οι Commandos πέτυχαν στην αποστολή τους, αλλά η ατολμία των Ιταλών και η έλλειψη σημαντικών συμμαχικών δυνάμεων έδωσαν την ευκαιρία στους Γερμανούς να αντιδράσουν και με αποφασιστικές και καλά οργανωμένες επιχειρήσεις να κυριαρχήσουν στα Δωδεκάνησα.
Αποστολή
Με την επικράτηση των Γερμανών στα Δωδεκάνησα, οι Commandos επιδόθηκαν άμεσα στην καταστροφή των γερμανικών πλωτών μέσων και λιμενικών εγκαταστάσεων ή έμμεσα καθοδηγώντας τις επιχειρήσεις του Συμμαχικού Ναυτικού και της Αεροπορίας. Με μικρά πλοία εισχωρούσαν μέσα στο Δωδεκανησιακό Αρχιπέλαγος, έκαναν επιθέσεις αιφνιδιαστικά εναντίον μεμονωμένων φυλακίων, σταθμών ασυρμάτου και τηλεγράφου και αποθηκών καυσίμων, εφαρμόζοντας την τακτική «κρούσεως και διαφυγής». Οι Γερμανοί αναγκάζονταν να ενισχύουν τις δυνάμεις τους σε κάθε νησί, που λόγω έλλειψης συγκοινωνιακών μέσων απομονώνονταν. Μερικές εκατοντάδες Commandos καθήλωσαν αρκετές χιλιάδες Γερμανούς, που δεν μπορούσαν να προσφέρουν βοήθεια σ’ άλλα πολεμικά μέτωπα.
Raiding Forces
Οι Συμμαχικές δυνάμεις Commandos που έδρασαν στα Δωδεκάνησα, με την ονομασία Raiding Forces και με διοικητή τον συνταγματάρχη Bill Turnbull, αποτελούνταν κυρίως από το Special Boat Squadron (SBS), Levant Schooner Flotilla (LSF) και τον Ιερό Λόχο. Το SBS ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 1943 από τον λοχαγό David Sutherland και εκπαιδεύτηκε στην Athlit Bay της Παλαιστίνης, προτού προωθηθεί στα Δωδεκάνησα με διοικητή τον ταγματάρχη George Jellicoe. Ο διοικητής της μονάδας αυτής έπεσε με αλεξίπτωτο στη Ρόδο στις 9 Σεπτεμβρίου 1943 όπου προσπάθησε να πείσει τους Ιταλούς να αντισταθούν στους Γερμανούς. Η μονάδα SBS περιελάμβανε πολλούς απόδημους Έλληνες αξιωματικούς, όπως τον υπολοχαγό Στέφανο Καζούλη, ροδιακής καταγωγής από την Αίγυπτο, που πήρε μέρος σε πολλές αποστολές και βρήκε ηρωικό θάνατο σε επιχείρηση εναντίον των Γερμανών στη Σαντορίνη. Στη μονάδα αυτή ανήκε επίσης ο υπολοχαγός Νίκος Απέργης, καταγόμενος από τις Κυκλάδες και παντρεμένος με Αγγλίδα, που υπηρετούσε στη συμμαχική αντικατασκοπεία.
LSF
Το LSF ιδρύθηκε από τον πλωτάρχη Adrian Seligman με διοικητή τον πλοίαρχο Ralph Courage. Η εκπαίδευση άρχισε από τον Λίβανο και συνεχίστηκε στις ακτές του όρμου Γερονήσι κοντά στην Πάφο στη δυτική παραλία της Κύπρου. Το καλοκαίρι του 1943, το LSF άρχισε με 6 τρεχαντήρια των 15 τόνων που αργότερα έφτασαν τα 43. Όπως φαίνεται από τα ονόματά τους, «Ταξιάρχης», «Ευγενία», «Θρίαμβος», «Άγιος Ιωάννης», «Μαρίτσα» και «Ευαγγελίστρια», ο στόλος αυτός αποτελείτο από ελληνικά καΐκια. Με αυτά πολλοί Έλληνες πατριώτες, και ιδιαίτερα Δωδεκανήσιοι, δραπέτευσαν στη Μέση Ανατολή.
Επειδή τα τρεχαντήρια ήταν αρχικά εξοπλισμένα με μηχανές Diesel Bolinder των 15-20 ίππων και πήγαιναν αργά κάνοντας πολύ θόρυβο, οι Σύμμαχοι άλλαξαν τις μηχανές τους με βενζινοκίνητες των 90 ίππων. Μετά τη μετατροπή αυτή τα τρεχαντήρια ανέπτυσσαν ταχύτητα 6-7 μιλίων την ώρα και ήταν εξοπλισμένα με οπλοπολυβόλα. Υπήρχαν και ορισμένα καΐκια των 100-150 τόνων που χρησίμευαν σαν πλωτές βάσεις εφοδιασμού. Το LSF διέθετε και δυο HDML, που είχαν μήκος γύρω στα 20 μέτρα και πήγαιναν 9 μίλια την ώρα. Ήταν εξοπλισμένα με ένα Bofors των 40 χιλιοστών, ένα Oerlikon των 20 χιλιοστών και δυο δίδυμα οπλοπολυβόλα Vickers. Αργότερα το LSF απέκτησε αποβατικά και άλλα βοηθητικά πλοία του Βρετανικού Ναυτικού.
Ιερός Λόχος
Ο Ιερός Λόχος ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1942 με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε. Στην αρχή, ο Ιερός Λόχος έδρασε στη Βόρειο Αφρική και πολέμησε από το El Alamein μέχρι την Τυνησία. Αργότερα ο Ιερός Λόχος εκπαιδεύτηκε στο Kamprit του Λιβάνου, προτού σταλεί στη Σάμο τον Οκτώβριο του 1943 κατά τη διάρκεια της Μάχης της Δωδεκανήσου. Επανήλθε στη Μέση Ανατολή για εκπαίδευση στις καταδρομές και απ’ εκεί προωθήθηκε στα Δωδεκάνησα μαζί με τα SBS και LSF. Μετά τη μετάβαση των SBS στην Αδριατική, ο Ιερός Λόχος αποτέλεσε την κύρια δύναμη Commandos στα Δωδεκάνησα.
Ο Ιερός Λόχος δημιουργήθηκε από Έλληνες αξιωματικούς που δραπέτευσαν στη Μέση Ανατολή και υπηρετούσαν εκτός των μάχιμων μονάδων που περίμεναν την προοδευτική επάνδρωση νέων μονάδων. Επειδή δεν ήθελαν να περιμένουν, δέχθηκαν να υπηρετήσουν ως απλοί στρατιώτες. Τον Αύγουστο του 1942, ο Ιερός Λόχος άρχισε με 143 άνδρες, δυο μήνες αργότερα έφτασε τους 217 άνδρες και μετά από ένα χρόνο η δύναμη του ανήλθε στους 314 άνδρες. Μέχρι να τελειώσει ο Πόλεμος, ο Ιερός Λόχος αναπτύχθηκε σε σύνταγμα 1.000 και πλέον ανδρών μεταξύ των οποίων ήταν και αρκετοί Δωδεκανήσιοι.
Στην Ανατολική Μεσόγειο υπηρέτησαν 160 Ελληνοαμερικανοί commandos της OSS, αλλά επειδή τα Δωδεκάνησα και τα Τουρκικά παράλια ήταν βρετανικό πεδίο δράσης λίγοι απ’ αυτούς υπηρέτησαν σ’ αυτή την περιοχή.
Οι Ντόπιοι Δωδεκανήσιοι
Σημαντική υπήρξε η συμβολή των ντόπιων Δωδεκανήσιων που χρησιμοποιούνταν ως οδηγοί και με κίνδυνο της ζωής τους έκρυβαν τους Commandos και τους κατασκόπους και έδιναν πληροφορίες για τον εχθρό. Χαρακτηριστικά της προσφοράς των ντόπιων Δωδεκανησίων προς τους Commandos και τους κατασκόπους είναι τα ακόλουθα σχόλια.
Seligman: «Θυμάμαι την αφοσίωση και την φιλοξενία των Ελλήνων, πολλοί απ’ αυτούς πεινούσαν, παρ’ όλα ταύτα μας καλωσόριζαν και μας φιλοξενούσαν στα νησιά τους. Κάποτε το μάθαιναν οι Γερμανοί, έπιαναν ομήρους και πολλούς απ’ αυτούς τους εκτελούσαν. Αυτό συνέβηκε πολλές φορές, γι αυτό προσπαθούσαμε να αποφεύγουμε τους Έλληνες όταν ήταν δυνατόν».
Sutherland: «Μας βοήθησαν πολλές φορές με μεγάλο κίνδυνο. Μας οδηγούσαν, μας τροφοδοτούσαν και μας έκρυβαν... και πολλοί πέθαναν για μας».
Βάσεις
Οι Commandos τροφοδοτούνταν και εφοδιάζονταν από τη Μέση Ανατολή και ιδίως από την Κύπρο, και όταν τον Σεπτέμβριο του 1943 κατέλαβαν το Καστελόριζο το χρησιμοποιούσαν ως προωθημένη βάση. Αλλά για να δράσουν πιο αποτελεσματικά χρειάζονταν βάσεις εξορμήσεων πιο κοντά στα Δωδεκάνησα. Την ίδια εποχή η Τουρκία συνειδητοποίησε ότι η πλάστιγγα του πολέμου έγερνε προς τη μεριά των Συμμάχων, αλλά εξακολουθούσε να μένει ουδέτερη γιατί η Γερμανία διέθετε αρκετές δυνάμεις στην περιοχή. Όμως επέτρεψε στους Συμμάχους να χρησιμοποιούν τα χωρικά της ύδατα και να δημιουργήσουν τρεις βάσεις, οι οποίες βρίσκονταν στο Pentzik του Δωρικού κόλπου, το DRM του Κεραμεικού και στο Turk-Buku του Γέροντα. Όταν τον Σεπτέμβριο του 1944 οι Σύμμαχοι κατέλαβαν τη Σύμη, μετέφεραν εκεί την προωθημένη βάση που είχαν στο Καστελόριζο.
Οι τρεις αυτές βάσεις βρισκόντουσαν μέσα σε στενούς κόλπους με απότομες πευκόφυτες πλαγιές, που τα στόμια τους έκλειναν από μικρά νησάκια. Κοντά στη κάθε βάση υπήρχε πηγή με τρεχούμενο νερό. Μέσα στο κάθε κόλπο βρισκόταν αγκυροβολημένο ένα καΐκι 100-150 τόνων που αποτελούσε κέντρο διοίκησης και επικοινωνίας, τροφοδοτούσε και εφοδίαζε με τρόφιμα όπλα και πολεμοφόδια τα τρεχαντήρια προτού ξεκινήσουν για την αποστολή τους. Φρέσκα κρέατα και λαχανικά αγόραζαν από τους Τούρκους της γύρω περιοχής και από το Bodrum (Αλικαρνασσό). Σύμφωνα με τη συμφωνία που είχαν με τους Τούρκους απαγορευόταν να βγάζουν όπλα στη στεριά. Με πολλούς ντόπιους Τούρκους οι Commandos ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις, ιδιαίτερα με τους Τουρκοκρητικούς που μιλούσαν Ελληνικά. Ορισμένοι όμως από τους παλαιότερους Τούρκους αξιωματικούς, που το Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πολέμησαν με τους Γερμανούς, τους φέρνονταν εχθρικά.
Απλοθήκα - Παραλής
Στη νότια πλευρά του ακρωτηρίου Αλεπώ, απέναντι από τη Ρόδο, βρίσκεται η Απλοθήκα που διαθέτει ένα ευρύχωρο λιμάνι, όπου κατά τη διάρκεια του πολέμου βρισκόταν το κέντρο της Συμμαχικής κατασκοπείας με αρχηγό τον Πανάο Παραλή. Ο Παραλής ήταν γεννημένος και μεγαλωμένος στη Σύμη, γιος του εμποροπλοιάρχου Γιώργου Παραλή, γνώριζε τα Μικρασιατικά παράλια της γύρω περιοχής και είχε καλές σχέσεις με τους Τούρκους, ιδιαίτερα τους Τουρκοκρητικούς. Αργότερα μετακόμισε με την οικογένειά του στην Κάσο, όπου παντρεύτηκε τη Μαρίνα Κουτλάκη. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μαζί με τα αδέλφια του Ηλία και Κώτσο, δραπέτευσαν στη Μέση Ανατολή και κατετάγησαν στην υπηρεσία των Συμμάχων. Οι Σύμμαχοι αξιοποίησαν τις ικανότητες και τα προσόντα του Παραλή και του ανέθεσαν την οργάνωση κατασκοπευτικού δικτύου με κέντρο την Απλοθήκα. Πολλές συμμαχικές αποστολές κατασκόπων με προορισμό τα Δωδεκάνησα ξεκινούσαν από την Απλοθήκα.
Το 1944, από λάθος, ο Παραλής βρήκε τραγικό θάνατο. Ένα βρετανικό πολεμικό βύθισε το καΐκι που επέβαινε ο Παραλής στην περιοχή της Τήλου, επειδή το σήμα αναγνώρισης είχε αλλάξει προ ημερών και δεν το γνώριζε ο Παραλής. Όταν το καΐκι έδωσε λάθος σήμα αναγνώρισης το βρετανικό πολεμικό το θεώρησε εχθρικό και το βύθισε. Όμως υπάρχει η φήμη ότι ο Παραλής άφησε τους Βρετανούς και πήγε να συνεργαστεί με τους Αμερικανούς, και για εκδίκηση οι Βρετανοί βούλιαξαν το καΐκι στο οποίο επέβαινε.
Παραλλαγή
Τα καΐκια των Commandos κινδύνευαν να αναγνωριστούν και να βυθιστούν από τα γερμανικά αεροπλάνα που την ημέρα περιπολούσαν στο Αιγαίο. Την ιδέα της χρήσης της μεθόδου παραλλαγής των καϊκιών συνέλαβε ο Maurice Green, ο οποίος σπούδασε εικαστικές τέχνες και κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν ο διοικητής της ομάδας παραλλαγής της 8ης Βρετανικής στρατιάς. Για δυο-τρεις εβδομάδες δοκίμαζε δίχτυα με διάφορες αποχρώσεις και πασσάλους που τελείωναν σε δίσκους διαφόρων μεγεθών και σχημάτων. Οι πάσσαλοι τοποθετούνταν σε διάφορα μέρη του καϊκιού και το κατάρτι του κλείδωνε και ξαπλωνόταν πάνω στο καΐκι, το οποίο σκεπαζόταν με δίκτυα. Έτσι αλλοιωνόταν η εμφάνισή του και από ψηλά έμοιαζε με βράχο σαν συνέχεια της γειτονικής ακτής.
Τα καΐκια ξεκινούσαν από τη βάση τους με το σκοτείνιασμα για την αποστολή τους και επέστρεφαν προτού ξημερώσει. Στις πιο μακρινές αποστολές κρύβονταν την ημέρα σε απόμερους όρμους και ξερονήσια χρησιμοποιώντας διάφορες μεθόδους παραλλαγής. Απ’ εκεί συνέχιζαν το ταξίδι τους κατά τη διάρκεια της νύχτας που κρατούσε από δυο μέρες μέχρι μια εβδομάδα. Το νησάκι Σύρνα που βρίσκεται 20 μίλια νότια της Αστυπαλιάς χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές από τους Commandos για αποστολές με προορισμό τις Κυκλάδες και την Κάρπαθο.
Για τις αποστολές στην Κάρπαθο, εκτός από τη Σύρνα τα καΐκια χρησιμοποιούσαν την Αλιμιά και διάφορα ερημονήσια μέσα στο Καρπάθιο πέλαγος. Ξεκινούσαν με το σκοτείνιασμα από την Απλοθήκα ή το Pentzik και κατά τη διάρκεια της νύχτας έφταναν σε ένα από τα ερημονήσια όπου περνούσαν την ημέρα και με το σκοτείνιασμα της επόμενης νύχτας ξεκινούσαν και έφταναν στην Κάρπαθο. Έμεναν στην Κάρπαθο κρυμμένοι σε απόμερους όρμους για μια μέρα ή μέχρι να τελειώσει η αποστολή τους και ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή επέστρεφαν στη βάση τους.
Γερμανική Αντίδραση
Οι Γερμανοί δεν έμειναν άπρακτοι, αλλά με τα λίγα μέσα που διέθεταν αντέδρασαν. Κάθε πρωί και κάθε απόγευμα πετούσε από ένα αναγνωριστικό αεροπλάνο κατά μήκος των Τουρκικών παραλιών και παρακολουθούσε τις κινήσεις των Commandos. Το ένα αεροπλάνο ήταν γερμανικό τύπου Ju88 και το άλλο ιταλικό τύπου Cant, το οποίο κατέρριψαν συμμαχικά αεροπλάνα. Σε μια από τις περιπολίες, το Ju88 πέρασε μέσα από τον Κεραμεικό κόλπο και πήρε αρκετές αποκαλυπτικές φωτογραφίες των συμμαχικών καϊκιών που πήγαιναν προς τη συμμαχική βάση DRM. Δυο εβδομάδες αργότερα ο γερμανός πρεσβευτής στην Άγκυρα Herr Von Papen παρουσίασε τις φωτογραφίες στο Τουρκικό Υπουργείο των Εξωτερικών και διαμαρτυρήθηκε για την παραβίαση της Τουρκικής ουδετερότητας.
Οι Γερμανοί έκαναν επιθέσεις ή έστηναν ενέδρες σε ερημονήσια που χρησιμοποιούσαν οι Commandos. Κατ’ αυτό το τρόπο οι Γερμανοί αιχμαλώτισαν στη νησίδα Σύρνα το πλοίο με το πλήρωμα και την περίπολο του Ιερού Λόχου που πήρε μέρος σε αποστολή στην Κάρπαθο. Επίσης η Γερμανική αντικατασκοπεία εξόπλισε ορισμένα καΐκια κατά το πρότυπο των συμμαχικών LSF και με την προσποίηση ότι ήταν συμμαχικά προσπαθούσαν να περιπλανήσουν τους νησιώτες για να συλλάβουν τους συνεργάτες των Commandos και των κατασκόπων.
Με τη βοήθεια των Τούρκων που έτρεφαν φιλικά αισθήματα προς τη Γερμανία, οι Γερμανοί οργάνωσαν κλιμάκιο αντικατασκοπείας που δρούσε στα Τουρκικά παράλια. Μεταξύ Καστελόριζου και Ρόδου σ’ έναν ερημικό όρμο της Τουρκικής ακτής, δυτικά του ποταμού Ξάνθου (Dalaman Cayi) λίγο πριν από τα Πάταρα και την τοποθεσία «Επτά Κάβοι», έχτισαν ένα παρατηρητήριο και απ’ εκεί παρακολουθούσαν τις κινήσεις των συμμαχικών πλοίων. Ήταν μια μικρή καλύβα κρυμμένη μέσα στους θάμνους πάνω σ’ έναν απότομο γκρεμό. Μέσα στον ίδιο όρμο βρισκόταν ένα μικρό πολεμικό σκάφος με το οποίο οι Γερμανοί επιτίθονταν εναντίον των διερχόμενων συμμαχικών καϊκιών. Οι Γερμανοί εφάρμοσαν και στα Δωδεκάνησα τη διαταγή του Χίτλερ για τη μεταχείριση των Commandos, βάσει της οποίας όσοι συλλαμβάνονταν, μετά από ανάκριση, βασανίζονταν και εκτελούνταν.
Πηγή
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου