Οι ένοπλες δυνάμεις της Πολωνίας είχαν μια πολυκύμαντη ιστορία, που ακολούθησε κατά πόδας την ιστορία της χώρας. Η σύγχρονη Πολωνία δημιουργήθηκε με το πέρας του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, και ο βίος της ήταν βραχύς και μεστός γεωπολιτικών γεγονότων. Μέχρι το 1939 έζησε σε συνεχή ένταση, εγκλωβισμένη μεταξύ της Γερμανίας, και της σοβιετικής Ρωσίας. Αμφότερες οι χώρες είχαν σαφείς εδαφικές διεκδικήσεις κατά της Πολωνίας.
Ας μην ξεχνούμε ότι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος κηρύχθηκε με αφορμή τις διεκδικήσεις της ναζιστικής Γερμανίας που αφορούσαν τον περίφημο «διάδρομο του Δάντσιχ», ενώ υπεγράφη και το περιβόητο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ βάσει του οποίου η Πολωνία μοιραζόταν μεταξύ Σοβιετικής Ενώσεως και ναζιστικής Γερμανίας.
Την επίθεση δε την υπέστη η Πολωνία με διαφορά λίγων ημερών εκ μέρους και των δυο χωρών. Συνεπεία των εντάσεων αυτών, οι ένοπλες δυνάμεις της ήταν προσανατολισμένες σε συμβατικές μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις, και λίγα ήταν τα εξειδικευμένα τμήματα (κυρίως ορεινού αγώνα και ανιχνευτές, σε αντίθεση με την ναζιστική Γερμανία που είχε δημιουργήσει και ειδικό τάγμα δολιοφθορέων, τους Βραδεμβούργιους-Brandemburgers ).
Με το πέρας του πολέμου και την απελευθέρωση-κατοχή της χώρας εκ μέρους των σοβιετικών (οι οποίοι είχαν φροντίσει να αποκεφαλίσουν την ηγεσία του στρατεύματος της χώρας εκτελώντας στο δάσος του Κατίν όλους τους Πολωνούς αξιωματικούς που είχαν συλλάβει κατά την επίθεση τους στην χώρα, τα πτώματα των οποίων ανακάλυψαν οι Γερμανοί όταν κατέλαβαν και την κατεχόμενη από τους Ρώσους Πολωνία), οι ένοπλες δυνάμεις ανασυστάθηκαν με δυο βασικές προτεραιότητες. Η πρώτη ήταν ο απόλυτος έλεγχος τους από την σοβιετική στρατιωτική ιεραρχία, δομώντας τες κατ? ομοίωση των σοβιετικών προτύπων. Η δεύτερη ήταν η χρήση των δυνάμεων αυτών εναντίον του ΝΑΤΟ, τόσο στο μέτωπο της Δ. Γερμανίας, όσο και σε αυτό της Βαλτικής.
Ο έλεγχος αυτός ήταν απαραίτητος διότι διαχρονικά οι Πολωνοί και οι Ρώσοι είχαν εχθρικές σχέσεις και δεδομένου ότι ήταν ακόμη πρόσφατη η ανάμνηση ενός ανεξαρτήτου Πολωνικού κράτους, δεν επιθυμούσαν οι σοβιετικοί να διατηρούν δυνάμεις στο έδαφος της χώρας οι οποίες θα έπαιζαν μονίμως τον ρόλο του χωροφύλακα, αποστερώντας τες ως εφεδρείες από το γερμανικό μέτωπο. Οι εξεγέρσεις σε Πράγα και Βουδαπέστη-που παγίωσαν το «δόγμα Μπρέζνιεφ»-ήταν αρκετές για να κρατήσουν την σοβιετική ηγεσία αποφασισμένη να ελέγχει με σιδηρά πυγμή τις πολωνικές ένοπλες δυνάμεις.
Επιπλέον οι Πολωνοί διέθεταν το μεγαλύτερο αριθμητικώς στρατό μετά την Σοβιετική Ένωση με αποτέλεσμα να διατηρούν αυξημένα τα αντανακλαστικά των ιθυνόντων του Πολίτ Μπιρό στην Μόσχα. Το αποτέλεσμα ήταν η διαρκής επαγρύπνηση των σοβιετικών και η απόφαση τους να μην επιτρέψουν στους Πολωνούς ιθύνοντες να δημιουργήσουν ειδικές δυνάμεις πέραν ολίγων εξειδικευμένων εξαιρέσεων οι οποίες ελέγχονταν στενά από τον κόκκινο στρατό. Η ιδέα ήταν να μην υπάρχουν δυνάμεις οι οποίες σε περίπτωση εξεγέρσεως θα αποτελούσαν έναν εξαιρετικά δύσκολο αντίπαλο σε αστικό περιβάλλον, και με ικανότητες εκτεταμένων δολιοφθορών.
Έτσι, σε αντίθεση με τον κόκκινο στρατό που έβριθε ειδικών μονάδων (αστικού πολέμου, πολιορκίας πόλεων, συμβατικές ειδικές δυνάμεις, ειδικές δυνάμεις του υπουργείου εσωτερικών και των συνοριοφυλάκων, κλπ.), οι Πολωνοί είχαν λίγες μονάδες ειδικευμένες σε ορεινό αγώνα, σε ανίχνευση (αλλά όχι μακράς ακτίνας), σε υποβρύχιο πόλεμο σε ποτάμια και λίμνες αλλά σχεδόν καθόλου στην θάλασσα (οι άνδρες και τα μέσα ήταν λίγα), αλεξιπτωτιστές, και μονάδες καταστολής του υπουργείου εσωτερικών.
Κατά τα γυμνάσια του Συμφώνου της Βαρσοβίας που έγιναν την δεκαετία του 1980, η αποστολή των Πολωνών ήταν να επιτεθούν με τεθωρακισμένους σχηματισμούς κατά της Δ. Γερμανίας, και να διαθέσουν δυνάμεις για επίθεση κατά της Δανίας. Για να υπάρχει μια υπενθύμιση στην πολωνική στρατιωτική ηγεσία των ορίων του ρόλου της στον σοβιετικό σχεδιασμό, περίπου 30.000 στρατιώτες και αλεξιπτωτιστές των σοβιετικών ήταν σε μόνιμη βάση στρατοπεδευμένοι στην χώρα (έως το 1992).Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ ένα ντοκουμέντο που ξεκαθαρίζει την σοβιετική αντίληψη για την Πολωνία ως δυνητικού ταραχοποιού και τα μέτρα που θεωρούνταν αναγκαία.
Στις 28/8/1980 η «επιτροπή Σουσλόφ» του Πολίτ Μπιρό του ΚΚΣΕ, με άκρως απόρρητη έκθεση της στο προαναφερθέν όργανο ανέλυε τα τότε τρέχοντα γεγονότα (γέννηση και εξάπλωση της Αλληλεγγύης-Solidarnosc, κύμα απεργιών στην Πολωνία, πολιτική αναταραχή και αδυναμία της Πολωνικής κυβερνήσεως να αντιμετωπίσει το φαινόμενο) . Το υπουργείο αμύνης της Σοβιετικής Ενώσεως ζητούσε την άδεια-ανέφερε η επιτροπή- να μετακινήσει τρεις τεθωρακισμένες μεραρχίες (μια στο στρατιωτικό διαμέρισμα της Βαλτικής και δυο σε αυτό της Λευκορωσίας) καθώς και μια μηχανοκίνητη μεραρχία «σε περίπτωση που χρειαστεί η παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας».
Για να γίνει αυτό έπρεπε να κληθούν στα όπλα 25.000 άνδρες από την εφεδρεία και 6.000 οχήματα από τα στρατηγικό απόθεμα. «Η επιτυχής αποστολή των δυνάμεων αυτών στο έδαφος της Πολωνίας, απαιτεί την διευθέτηση των πολεμικών προετοιμασιών (από βοήθεια γινόταν πόλεμος) εντός 6-7 ημερών». «Εάν η κατάσταση στην χώρα χειροτερέψει θα πρέπει να ανεβάσουμε σε πολεμική ετοιμότητα τις μεραρχίες στα στρατιωτικά διαμερίσματα της Βαλτικής, της Λευκορωσίας και της Υπερκαρπαθίας».
Συνολικά το σχέδιο προέβλεπε για την περίπτωση αυτή την κινητοποίηση 100.000 εφέδρων και 15.000 οχημάτων. Την έκθεση υπέγραφαν (ενδεικτικό του πόσο σοβαρά ήταν αυτά που γράφονταν) οι Μιχάηλ Σουσλόφ, Κονσταντίν Τσερνιένκο, Γιούρι Αντρόποφ, Αντρέι Γρομίκο και Ντιμίτρι Ουστίνοφ (στρατάρχης του κόκκινου στρατού). Για να αποφύγει τα χειρότερα μετά λίγο χρόνο ο στρατηγός Γιαρουζέλσκι αναγκάστηκε να κάνει πραξικόπημα, προς μεγάλη ανακούφιση της σοβιετικής ηγεσίας. Η πρώτη ανεξάρτητη στρατηγική αναθεώρηση του δόγματος πολέμου της χώρας έγινε τον Φεβρουάριο του 1990, ενόσω η χώρα ήταν ακόμη στο Σύμφωνο.
Ήταν η πρώτη απόπειρα αναπτύξεως αυτόνομης αμυντικής στρατηγικής από το 1938. Τις κατευθυντήριες γραμμές εκπόνησε η Εθνική Επιτροπή Αμύνης (το συμβούλιο εθνικής ασφαλείας που είχε φτιάξει ο Γιαρουζέλσκι), και αναφερόταν ρητά ότι ήταν μια μεταβατική στρατηγική. Για πρώτη φορά αναφερόταν ρητά ότι μόνο οι Πολωνικές αρχές θα αποφάσιζαν πότε και πως θα εμπλεκόταν σε επιχειρήσεις οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας, ενώ επίσης για πρώτη φορά καθίστατο σαφές ότι ο στρατός της χώρας θα έπαιρνε διαταγές μόνο από την εθνική ηγεσία του, καθώς και ότι οι μονάδες του θα ενεργούσαν αυτονόμως και όχι ως οργανικά τμήματα άλλων στρατών.
Ακολούθησε ένα νέο πρόγραμμα (Ένοπλες Δυνάμεις ?90) το οποίο έκοβε όλους τους δεσμούς με το σοβιετικό παρελθόν, και το οποίο φιλοδοξούσε μέχρι το 2000 να μετατρέψει τις ένοπλες δυνάμεις σε μια καθαρά εθνική, σύγχρονη πραγματικότητα. Για πρώτη φορά δε αποφασιζόταν η ισοκατανομή δυνάμεων μεταξύ των ανατολικών (που ήταν αφύλακτα πρακτικά) και των δυτικών συνόρων της χώρας. Η οικονομική πραγματικότητα απέτρεψε τον ολικό μετασχηματισμό των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.
Στα μέσα του 1992 το Γραφείο Εθνικής Ασφαλείας του Προέδρου (Biuro Bezpieczenstwa Narodowego ή ΒΒΝ) εκπόνησε νέο δόγμα ασφαλείας, όπου η κύρια απειλή για την χώρα (με την εξαίρεση πιθανών εμφυλίων συρράξεων σε πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που πιθανόν θα δημιουργούσαν προβλήματα μεταναστεύσεων και άλλα) εντοπιζόταν σε πιθανή εσωτερική αναταραχή και την αποσταθεροποίηση της χώρας συνεπεία κυμάτων λαθρομεταναστών από χώρες που κατέρρεαν οικονομικά (ενώ εμείς στην ανεπτυγμένη Ελλάδα ακόμη και τώρα στερούμαστε και δόγματος εθνικής ασφαλείας από όπου απορρέει και η αμυντική πολιτική και ο ανάλογος σχεδιασμός, και οποιασδήποτε μεταναστευτικής πολιτικής), ή από την ασυνέπεια τρίτων χωρών στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Έκτοτε ακολούθησαν άλλες δυο μεταρρυθμίσεις οι οποίες συνήθως συγκρούονταν με την οικονομική πραγματικότητα (άνευ χρημάτων, στρατός δεν φτιάχνεται).
Τελικά η Πολωνία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, και η οργάνωση του στρατού της ακολούθησε το πρότυπο των ΗΠΑ (συμπεριλαμβανομένων των ειδικών δυνάμεων που για πρώτη φορά δημιουργήθηκαν). Από τα προηγούμενα γίνεται σαφές ότι στο σύνολο του ο στρατός της χώρας είναι κατ? ουσία ένας νέος στρατός. Είναι συστημική η αλλαγή που υπέστη. Κατά συνέπεια και οι ειδικές δυνάμεις είναι νέες (οι πιο νέες στο ΝΑΤΟ), δεδομένου ότι αυτές ουσιαστικά δεν έχουν καν ιστορική συνέχεια με το παρελθόν (ελέω σοβιετικών φόβων όπως απεδείχθη).
Η Ελλάδα βίωσε μια ανάλογη συστημική αλλαγή το 1922-1924, λιγότερο βέβαια εκτεταμένη. Ατυχώς οι παρούσες προσπάθειες στον τομέα αυτό είναι προορισμένες να πέσουν στο κενό καθώς λείπει το πρωτεύον ζητούμενο: η πολιτική εθνικής ασφαλείας (μια συγκροτημένη και διεξοδικά δομημένη αντίληψη του τι είναι το εθνικό συμφέρον, και ποια μέσα το εξυπηρετούν). Η σημερινή πραγματικότητα των ειδικών δυνάμεων της Πολωνίας.Εξέλιξη δόγματος και προβλήματα
Σύμφωνα με μια μελέτη που έγινε από έναν Πολωνό φοιτητή στην Βρετανική Ακαδημία Αμύνης το 1997, οι ειδικές δυνάμεις που τότε υπήρχαν στην χώρα του ήταν οι ακόλουθες:-1ο Σύνταγμα Κομάντο, υπαγόμενο απευθείας στον Α? ΓΕΕΘΑ της χώρας.-Ομάδα δυτών μάχης του πολεμικού ναυτικού.-Μικρές ομάδες ψυχολογικών επιχειρήσεων υπαγόμενες στις τοπικές στρατιωτικές διοικήσεις.-Διμοιρίες αντί-τρομοκρατικών καθηκόντων, υπαγόμενες στο υπουργείο εσωτερικών.-Κινητή επιχειρησιακή ομάδα αντιδράσεως (Grupa Reagowania Operacyino-Mobilnego, γνωστή ως GROM), αποτελούμενη εξολοκλήρου από επαγγελματίες υπαγόμενη (τότε) στο υπουργείο εσωτερικών.
Ο μελετητής είχε αμφιβολίες κατά πόσον τα διάφορα τμήματα αναγνωρίσεως των σχηματισμών μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ειδικές δυνάμεις, παρότι είχαν κάποια επιχειρησιακά χαρακτηριστικά που θα τα κατέτασσαν εκεί. Κατά την γνώμη του τότε (1997) οι ανάγκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μονάδων ειδικών επιχειρήσεων έρχονταν πίσω στην σκέψη των επιτελών και τελικά χάνονταν από την γενική εικόνα.
Εξαίρεση αποτελούσε η GROM καθώς υπαγόταν στο υπουργείο εσωτερικών και είχε αντί-τρομοκρατικά καθήκοντα. Το μείζον πρόβλημα ήταν ότι οι ειδικές επιχειρήσεις και οι σχετικές μονάδες δεν αποτελούσαν ξεχωριστή αντίληψη μέσα στο επιτελείο, αλλά εντασσόταν στο γενικότερο πλαίσιο συμβατικών επιχειρήσεων. Δηλαδή δεν υπήρχε μια στρατηγική σύλληψη του ρόλου τους, αλλά περιοριζόταν σε τακτικά κυρίως πλαίσια.
Ήταν ζητούμενο να δημιουργηθεί μια ξεχωριστή διεύθυνση ειδικών δυνάμεων μέσα στο πολωνικό επιτελείο που θα συντόνιζε την εκπαίδευση, τον εξοπλισμό και την χρήση των δυνάμεων αυτών. Επιπλέον δεν ήταν ξεκάθαρο ποια θα ήταν η σύνθεση των δυνάμεων αυτών, τόσο σε αριθμούς και εσωτερική διάρθρωση, όσο και σε επίπεδο επανδρώσεως (επαγγελματίες ή κληρωτοί) και αλυσίδας διοικήσεως.
Επιπλέον έπρεπε να αποφασιστεί πόσο εξειδικευμένες θα ήταν οι μονάδες. Αυτό το τελευταίο είναι-κατά την γνώμη του αρθογράφου του παρόντος άρθρου-εξόχως σημαντικό και απαιτεί σαφέστατη αποστολή για τις δυνάμεις αυτές. Ισχύει ο γενικός κανόνας «λίγο απ? όλα και πολύ από τίποτα» ή αντιθέτως «ειδίκευση, ειδίκευση, ειδίκευση»; Επιπλέον τίθετο το πρόβλημα ποια θα ήταν η τύχη των στελεχών των μονάδων που απολυόταν.
Μια ιδέα ήταν να αντιγραφεί το βρετανικό μοντέλο όπου υπάρχουν και σήμερα δυο τάγματα SAS τα οποία αποτελούν μέρος του λεγόμενου «εδαφικού στρατού», δηλαδή του στρατού του οποίου ο ρόλος είναι κυρίως να προστατεύει το έδαφος του Η.Β. και σπανίως συμμετέχει σε εκστρατείες στο εξωτερικό. Το κύριο πρόβλημα κατόπιν εντοπιζόταν στην εξεύρεση πόρων για την αγορά του απαραιτήτου εξοπλισμού και την εκπαίδευση των δυνάμεων αυτών (η οποία ως γνωστό απαιτεί πολλαπλάσια των συνήθων ποσά).
Επιπλέον καθώς συνήθως αγοράζονται μικρές ποσότητες εξειδικευμένων υλικών, ήταν σημαντικό να μπορούν οι μονάδες να αποφασίζουν αυτές τα υλικά που χρειάζονταν, ούτως ώστε να μην δημιουργούνται στρεβλώσεις και καθυστερήσεις με την ένταξη των προμηθειών των υλικών αυτών στις διαδικασίες των συνήθων αγορών.
Εκφραζόταν η ελπίδα ότι στο δεκαπενταετές πρόγραμμα εκσυγχρονισμού του στρατού της χώρας (1998-2012) θα προβλεπόταν κάτι για τις ειδικές δυνάμειςΤα χρόνια πέρασαν, η Πολωνία ανέπτυξε πολύ στενές στρατιωτικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και την Βρετανία δευτερευόντως, και οι πολωνικές ειδικές δυνάμεις συμμετείχαν και σε επιχειρήσεις στο εξωτερικό (Ιράκ και Αφγανιστάν).
Μπορεί ο προϋπολογισμός τους να μην φτάνει ούτε κατά διάνοια αυτόν των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ (περίπου 5 δις. δολάρια λόγω και των πολέμων), όμως κατάφεραν να αναπτύξουν αξιόλογες δυνατότητες.Οι ελπίδες του μελετητή επαληθεύτηκαν τελικά καθώς το γενικό επιτελείο αποφάσισε να ιδρύσει διεύθυνση ειδικών δυνάμεων η οποία συντονίζει πλέον την δραστηριότητα των ειδικών δυνάμεων της χώρας και ασκεί επιχειρησιακό έλεγχο.
Ο στρατηγός FranciszekGagor σε συνέντευξη του τον Σεπτέμβριο του 2007 σχετικά με τον μετασχηματισμό των ενόπλων δυνάμεων της χώρας (ήταν επικεφαλής της σχετικής προσπάθειας) ανέφερε ότι η κύρια υλική προσπάθεια εστιαζόταν στην μετατροπή του συνόλου των δυνάμεων σε ψηφιοποιημένες δυνάμεις, με συνακόλουθη αλλαγή νοοτροπίας και ταυτόχρονη εισαγωγή από πάνω και κάτω των αλλαγών (σε επίπεδο ιεραρχίας και δομών).
Όσον αφορούσε ατομικά τους στρατιώτες η προτεραιότητες ήταν η ατομική τους προστασία από θραύσματα και τις ζημίες που επιφέρουν τα ωστικά κύματα των εκρήξεων (μαθήματα του Ιράκ), η αγορά θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού, ελικοπτέρων, UAV?s, αυτομάτων εκτοξευτών βομβίδων και άλλων υλικών καθημερινής χρήσεως των στρατιωτών.
Όσον αφορούσε τις ειδικές δυνάμεις τόνιζε ότι θα ακολουθούσαν την απόφαση του Προέδρου της χώρας οι ένοπλες δυνάμεις να αποτελούνται από επαγγελματίες μέχρι το 2012, και επειδή προβλεπόταν ότι στα πλαίσια του ΝΑΤΟ πιθανώς να χρειαζόταν η δυνατότητα αμέσου ποιοτικής επεμβάσεως εκτός περιοχής (out of area), δημιουργήθηκε η διεύθυνση ειδικών δυνάμεων. Επειδή πρόκειται για μονάδες υψηλού κόστους που απαιτούν πολύ υψηλού επιπέδου προσωπικό, αποφασίστηκε η διεύθυνση να τις συντονίζει τόσο στην εκπαίδευση όσο και επιχειρησιακά.
Τα δεδομένα των επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν ιδίως τους υπέδειξαν την ανάγκη να δημιουργηθεί ειδικό σμήνος ελικοπτέρων για τέτοιου είδους αποστολές. Η διεύθυνση αυτή είναι ενσωματωμένη στην Κοινή Επιχειρησιακή Διοίκηση (Joint Operational Command) η οποία είναι ο χρήστης όλων των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Δημιουργήθηκε επίσης μια Επιθεώρηση Υποστηρίξεως (Support Inspectorate) η οποία ανέλαβε την διοικητική μέριμνα των σχηματισμών εντός και εκτός χώρας.
Ο Α' ΓΕΕΘΑ της Πολωνίας σε ομιλία του στο κέντρο μελετών των ενόπλων δυνάμεων του ΗΒ (Royal United Services Institute-RUSI)στο Λονδίνο τον Φεβρουάριο του 2008 εξήγησε περαιτέρω τις αλλαγές σε δόγμα και οργάνωση. Ανέφερε τις αλλαγές σε επίπεδο επιτελείου με την έμφαση να δίνεται στην πλήρη διακλαδικότητα.
Ιδρύθηκε νέα διεύθυνση εκπαιδεύσεως και αναλύσεως επιχειρησιακών αποτελεσμάτων, νέα οικονομική διεύθυνση που εποπτεύει συνολικά τις αγορές των ενόπλων δυνάμεων, την προαναφερθείσα κοινή επιχειρησιακή διοίκηση, νέα διεύθυνση υγειονομικού, και την εισαγωγή (περαιτέρω βήμα από τα όσα είχαν ειπωθεί το 2007) ενός τετάρτου σκέλους των ενόπλων δυνάμεων, των ειδικών δυνάμεων. Όπως δηλαδή στις ΗΠΑ το τέταρτο σκέλος των ενόπλων δυνάμεων είναι οι πεζοναύτες, στην Πολωνία πλέον είναι οι ειδικές δυνάμεις από όποιο κλάδο και εάν προέρχονται (?we have introduced a separate fourthservice of special forces that comprises elements from the other three armed services).
Στο πλαίσιο αυτού του νέου διοικητικού σχήματος δημιουργείται και το ειδικό σμήνος ελικοπτέρων. Επίσης έμφαση δίδεται πλέον στην δημιουργία δικτύων συλλογής πληροφοριών μέσω ανθρώπων (HUMINT) καθώς μέχρι σήμερα το σύνολο σχεδόν της συλλογής πληροφοριών γινόταν με τεχνικά μέσα (άλλα μαθήματα από Ιράκ και Αφγανιστάν). Επίσης αποφασίστηκε η αγορά UAV συστημάτων από το τακτικό μέχρι το στρατηγικό επίπεδο, με άμεση προτεραιότητα το τακτικό.
Ανέφερε επίσης την εν εξελίξει προσπάθεια της χώρας του να αναπτύξει ένα νέο ολοκληρωμένο σύστημα μάχης για τον στρατιώτη (στα πρότυπα του αμερικανικού και αντιστοίχων γερμανικών, ιταλικών, γαλλικών και βρετανικών προσπαθειών). Όλα αυτά αναφέρθηκαν διότι, όπως θα διαπιστωθεί στην συνέχεια, επηρεάζουν ευθέως και άμεσα τις ειδικές δυνάμεις της χώρας, και προδιαγράφουν σε μεγάλο βαθμό και την μελλοντική τους πορεία.
Ακολούθως θα παρουσιαστούν αναλυτικά οι μονάδες και οι ειδικότητες τους.Μονάδες (σύνθεση, αποστολές, εξοπλισμός)1ο Ειδικό Σύνταγμα από το LubliniecΤο σύνταγμα αυτό, βάσει της περιγραφής που δίνει το υπουργείο αμύνης της χώρας, έλκει την καταγωγή του από το 2ο τάγμα κομάντο του Ειδικού Μηχανοκινήτου τάγματος και από δυο τάγματα σαμποτέρ (όλα φτιαγμένα κατά τον 2ο Π.Π. από τους Βρετανούς και Αμερικανούς).
Η μονάδα κατά το υπουργείο έχει τα ακόλουθα καθήκοντα: αερομεταφερόμενη επέμβαση με χρήση ελικοπτέρων, αναγνωριστικές δραστηριότητες, ενέδρες, επίθεση και υποχώρηση (δηλαδή ανταρτοπόλεμος), καμουφλάζ, υποβρύχια επίθεση και αλεξιπτωτισμός (κατά άλλες πηγές HALO-HAHO), μάχη σώμα με σώμα, πορείες μάχης (με φόρτο 40 κιλών και πλήρη οπλισμό). Με άλλα λόγια είναι σύνταγμα κομάντο, με δραστηριότητες που υπερβαίνουν εκείνες των λόχων ορεινών καταδρομών των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.
Κατά το πολωνικό υπουργείο αμύνης οι άνδρες εκπαιδεύονται επίσης στην δράση πίσω από εχθρικές γραμμές, κατασκοπεία και συλλογή πληροφοριών, αναγνωρίσεις μακράς ακτίνας, αμυντικές επιδρομές (δηλαδή προληπτικά χτυπήματα), και διάσωση ομήρων. Η βάση είναι στην ομώνυμη πόλη. Η σύνθεση της μονάδας σύμφωνα με ανοιχτές πηγές είναι τρία τάγματα πρώτης γραμμής και ένας λόχος βατραχανθρώπων. Κάθε τάγμα αποτελείται από τρεις λόχους, έκαστος αποτελούμενος από τρεις διμοιρίες.
Κάθε διμοιρία αποτελείται από 6 ομάδες τριών ανδρών, με συνολική δύναμη λόχου 90 μαχίμους συν υποστηρικτικές ειδικότητες. Οι υποψήφιοι για την μονάδα περνούν πρώτα την βασική στρατιωτική εκπαίδευση και κατόπιν περνούν ένα τρίμηνο σχολείο ειδικότητας. Στην φάση αυτή διδάσκονται τα βασικά (επιβίωση σε εχθρικό περιβάλλον, εκμετάλλευση της φύσεως για επιβίωση, τεχνικές μάχης, εκρηκτικά, βολές με διάφορα όπλα, αλεξιπτωτισμό, πρώτες βοήθειες κλπ).
Όσοι περάσουν επιτυχώς αυτή την φάση πάνε στο σύνταγμα όπου συνεχίζεται η εξειδικευμένη εκπαίδευση (αμφίβιες επιχειρήσεις, επιχειρήσεις σε ψυχρό περιβάλλον, ορειβασία και ορεινός πόλεμος, ελεύθερη σκόπευση κλπ). Κατόπιν δημιουργούνται ομάδες των 6 ατόμων, οι οποίες διαιρούνται σε ημιομάδες των τριών.
Η μονάδα θα μετατραπεί σε πλήρως επαγγελματική δύναμη στα αμέσως προσεχή χρόνια κατά το υπουργείο αμύνης της χώρας. Η μονάδα έχει συμμετάσχει τόσο στις επιχειρήσεις στο Κόσσοβο (στην Π.Γ.Δ.Μ.), όσο και στις επιχειρήσεις σε Ιράκ και Αφγανισταν. Περίπου ένας λόχος είναι αυτή την στιγμή στο Αφγανισταν στον κεντρικό-νότιο τομέα της ISAF. Ο εξοπλισμός της μονάδας, όπως είναι ευκόλως κατανοητό είναι ποικίλος και περιλαμβάνει μέσα για επιχειρήσεις σε ξηρά, νερό και αέρα.
Λόγω οικονομικών δυσκολιών της χώρας το πρόγραμμα μοντερνισμού του εξοπλισμού προχωρά σχετικά αργά, και επικεντρώνεται κυρίως σε μέσα ατομικής προστασίας των στρατιωτών, σε ατομικό οπλισμό (π.χ. ΜP5/5SD, UZI, mini UZI,PKM/PKMS GPMG, τα όπλα της SOAK TRG-21/22 καθώς και το kbwSVD ?Dragunov?με τροποποιήσεις, διάφορα τροποποιημένα πιστόλια, ειδικά πυρομαχικά και διαφόρους τύπους ισχυρών εκρηκτικών και ειδικών πυροκροτητών κ.ο.κ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου